Η Ιατρική είναι ταυτόχρονα μια πλατιά επιστήμη και μια προσωπική τέχνη, που εξελίχθηκε από τις μαγικές επικλήσεις του πρωτόγονου ανθρώπου προς τις ανώτερες δυνάμεις και το δέος του απέναντι στην αρρώστια, μέσα από διαρκή παρατήρηση των λειτουργιών του σώματος και του νου, σε μια συστηματική επιστημονική μεθοδολογία που έχει στόχο την αποκατάσταση της ισορροπίας ανάμεσα στο εξωτερικό και το εσωτερικό περιβάλλον του ανθρώπου.
Οι βάσεις της σύγχρονης ιατρικής σκέψης, όπως εξάλλου και των περισσότερων επιστημονικών κατευθύνσεων, τέθηκαν στην αρχαία εποχή, μέσα στα πλαίσια της ανήσυχης ελληνικής σκέψης, που πλούτισε τη μέχρι τότε εμπειρική γνώση των ανθρώπων με τη θεωρητική στήριξη και την εφαρμογή του ορθολογισμού, επιτρέποντας έτσι στην Ιατρική να εξελιχθεί σε πραγματική επιστήμη. Φυσικά, ολοκληρωμένα θεραπευτικά συστήματα δεν αναπτύχθηκαν μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλους μεγάλους πολιτισμούς της αρχαιότητας, όπως, για παράδειγμα, στην Ινδία ή την Κίνα. Εξάλλου είναι γνωστό πως οι ιδέες και οι πρακτικές στην αρχαία εποχή διαχέονταν και ταξίδευαν πολύ περισσότερο από ό,τι τείνουμε να πιστεύουμε σήμερα, ενώ η αρχική προέλευση αυτών των μεθόδων πηγαίνει ακόμα πιο πίσω στο παρελθόν και χάνεται ουσιαστικά στην αχλύ του χρόνου. Πάντως, ήταν η ελληνική σκέψη που αποτέλεσε τη βάση και το σταθερό σημείο αναφοράς για τη μακραίωνη εξέλιξη της δυτικής επιστήμης, που σήμερα τείνει να εξελιχθεί σε ένα μοντέλο με παγκόσμια εξάπλωση.
Η Ιατρική μέσα στο Μύθο
Ο μύθος αποτελεί για τον άνθρωπο ένα μέσον καταγραφής και σηματοδότησης κάθε αλήθειας, που αφορά τον ίδιο και τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η ελληνική μυθολογία είναι μια πλήρης κοσμοθεώρηση που επέτρεπε στον άνθρωπο της εποχής να καθρεπτιστεί μέσα της, βρίσκοντας μια αναλογία μεταξύ των προσωπικών του βιωμάτων και των περιεχόμενων μιας τεράστιας δεξαμενής συλλογικής γνώσης.
Στη μυθολογική αντίληψη, η ασθένεια σχετίζεται με τη βούληση των θεών, που την αποστέλλουν πότε ως μια τιμωρία για παραλήψεις ή ασέβειες των θνητών και πότε ως ένα απλό μέσον για να επιτύχουν οι ίδιοι οι θεοί δικά τους προσωπικά οφέλη. Στην αρχαιοελληνική θρησκεία, σε αντίθεση με άλλες, η παντοδυναμία και η αθάνατη φύση των θεών συνυπάρχει με μια απόλυτα ανθρώπινη διάσταση, που τους επιτρέπει ακόμη και να κάνουν λάθη ή να επιδεικνύουν προφανείς αδυναμίες. Αυτή η αντίληψη είναι που επέτρεψε στη σκέψη των Ελλήνων να αναπτυχθεί επιστημονικά, ξεφεύγοντας από την απλή μοιρολατρική αποδοχή μιας άνωθεν τιμωρίας ή καταδίκης. Συχνά στη μυθολογία η απότομη έναρξη μιας ασθένειας σημαίνεται συμβολικά με βέλη που εξακοντίζουν οι θεοί. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ανάμιξης ιατρικής πραγματικότητας και μυθικής ερμηνείας αποτελεί ο μύθος της Νιόβης που περηφανεύτηκε για τους επτά γιους και τις επτά της κόρες, κομπάζοντας πως ξεπέρασε τη Λητώ, μητέρα των θεών Απόλλωνα και Αρτέμιδας. Οι θεοί την τιμώρησαν για την ύβρη, σκοτώνοντας με τα βέλη διαδοχικά ένα-ένα όλα τα παιδιά της, ενώ εκείνη άδικα προσπαθούσε να τα προφυλάξει με το σώμα της.
Όμως, τα βέλη δεν προκαλούν μόνο την ασθένεια, μπορούν εξίσου να τη θεραπεύσουν. Ο παλαιότερος θεός Παιάν, που σταδιακά ενσωματώθηκε στη μορφή του Απόλλωνα, ήταν ένας από αυτούς που ασκούσαν τέτοια θεραπευτική δράση. Οι ιατρικές γνώσεις των αρχαίων ενσωματώνονταν στη μυθολογία τους, όπως, για παράδειγμα, φαίνεται στην ονομασία του Σμινθαίου Απόλλωνα, θεού των ποντικών, στον οποίο προσεύχονταν κατά τις επιδημίες, πράγμα που δείχνει τη συσχέτιση μεταξύ μολυσματικών ασθενειών και τρωκτικών.
Ανάλογη γνώση, μέσα από το συμβολισμό, διαφαίνεται και στους άθλους του Ηρακλή. Ο ήρωας απαλλάσσει μια βαλτώδη περιοχή από το φοβερό θηρίο Λερναία Ύδρα, που μόλυνε την ατμόσφαιρα με τη δηλητηριώδη ανάσα του, ή απομακρύνει, ξεπλένοντας με τα νερά του ποταμού, την Κόπρο του Αυγεία. Οι δύο μύθοι πιθανότατα υποδηλώνουν έργα παρέμβασης στη μορφή του εδάφους, για την εξυγίανση ανθυγιεινών περιοχών.
Τα Ομηρικά Έπη
Γύρω στον όγδοο αιώνα π.Χ. μύθοι και διηγήσεις του ευρύτερου ελληνικού χώρου συγκεντρώθηκαν σε δύο ποιητικά έργα, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, που αποδόθηκαν στο, υπαρκτό ή μη, πρόσωπο του Ομήρου. Στο πρώτο επεισόδιο της Ιλιάδας συναντάμε την πρώτη στα ελληνικά γράμματα γνωστή αναφορά σε συγκεκριμένη ασθένεια. Ο θεός Απόλλωνας στέλνει ένα λοιμό στους Αχαιούς που πολιορκούν την Τροία, τοξεύοντας τα βέλη του πάνω στους ίδιους και τα ζώα τους, ως τιμωρία για την ασέβεια που έδειξε ο αρχηγός τους ο Αγαμέμνονας, προσβάλλοντας την ιέρειά του Χρυσηίδα.
Πρόκειται ουσιαστικά για την περιγραφή μιας εξαιρετικά μεταδοτικής επιδημίας με ξαφνική έναρξη, οξεία φάση υψηλού πυρετού και θανατηφόρα εξέλιξη. Οι Αχαιοί απαλλάσσονται από το κακό, αφού πρώτα επανορθώνουν επιστρέφοντας τη Χρυσηίδα και καθαρίζουν το στρατόπεδο, ρίχνοντας στη θάλασσα κάποια «μιάσματα», πράγμα που πιθανότατα δείχνει τη συνύπαρξη μιας σοβαρής δυσεντερίας, μολυσματικής αιτιολογίας.
Στην Ιλιάδα μόνο, γίνεται αναφορά σε 150 διαφορετικές περιπτώσεις κακώσεων από λόγχες, βέλη ή σπαθιά, συχνά με εντυπωσιακή ακρίβεια και λεπτομέρειες που αποδεικνύουν βαθιά γνώση της ανθρώπινης ανατομίας. Ο Όμηρος, περιγράφοντας το κάθε συγκεκριμένο χτύπημα, μας πληροφορεί αν αυτό πρόκειται να αποβεί μοιραίο και γιατί, όπως, για παράδειγμα, εξηγεί πως τα τραύματα χεριών ή ποδιών είναι σχετικά ακίνδυνα για τη ζωή, σε αντίθεση με τη βαρύτητα των τραυματισμών στο κεφάλι, που είναι σχεδόν πάντα θανατηφόρα. Λιγότερο εκτενής αναφορά γίνεται στις μεθόδους περιποίησης και θεραπείας, που συνήθως εστιάζονταν μάλλον στην ανακούφιση του πληγωμένου, παρά στην περιποίηση της ίδιας της πληγής. Αναφέρονται, ωστόσο, και στην Ιλιάδα κάποιοι ειδικευμένοι θεραπευτές, που χρησιμοποιούν την επίδεση και τα βότανα, όπως ο φημισμένος γιατρός Μαχάων, γιος του Ασκληπιού, ενώ στην Οδύσσεια μνημονεύονται, μεταξύ άλλων, οι γιοι του Αυτόλυκου που περιθάλπουν τον Οδυσσέα, τραυματισμένο από αγριόχοιρο, με επιδέξια περίδεση αλλά και με μαγικές επικλήσεις.
Το πέρασμα στην Κλασική Εποχή
Η ιατρική πρακτική της πρώιμης αρχαιότητας αρχίζει να συνδυάζει τα δεδομένα της καθημερινής κλινικής παρατήρησης και τη λαϊκή ιατρική παράδοση αιώνων με τα νεότερα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής. Πρέπει να έχει κανείς υπ’ όψη του πως στην αρχαιοελληνική σκέψη η ιατρική ποτέ δε διαχωρίστηκε από τις άλλες φυσικές επιστήμες ή από τη φιλοσοφία, ενώ ταυτόχρονα διατήρησε και το θρησκευτικό-μαγικό στοιχείο, όχι τόσο από άλογο φόβο προς το ανεξήγητο, όσο χάρη στη θεραπευτική δύναμη που αυτό κρύβει μέσα του. Αυτή η αρμονική συμπόρευση συνεχίστηκε ομαλά μέχρι που, αργότερα, εισήχθησαν οι χριστιανικές ιδέες, οπότε για πρώτη φορά η πίστη έπαψε να είναι στήριγμα της ορθολογικής ιατρικής και άρχισε να μετατρέπεται, μέσω της νέας ηθικής, σε εμπόδιο.
Καθώς η επιστημονική σκέψη ωριμάζει και ανεξαρτητοποιείται από τη μυθολογία, οι γιατροί της εποχής αρχίζουν να εξελίσσουν καθαρά επιστημονικές τεχνικές, όπως ο Αλκμάων από τον Κρότωνα, πρόδρομος του Ιπποκράτη, που είναι γνωστό πως εκτελούσε χειρουργικές επεμβάσεις στον οφθαλμό και ανακάλυψε «οδούς» που συνδέουν τα αισθητήρια όργανα με τον εγκέφαλο, τον οποίο θεωρούσε ως κέντρο της σκέψης και του συναισθήματος. Αυτή την άποψη υιοθέτησε αργότερα και ο Πλάτων. Ο Αλκμάων ήταν, επίσης, από τους πρώτους που όρισαν την υγεία ως έκφραση της «ισονομίας», μιας ισορροπίας ανάμεσα στις εσωτερικές δυνάμεις του σώματος και κατά συνέπεια την ασθένεια, ως άρση αυτής της ισορροπίας δυνάμεων.
Οι σύγχρονοι του Αλκμάονα φυσικοί φιλόσοφοι Εμπεδοκλής και Αναξαγόρας, μεταξύ άλλων, διατύπωσαν τις θεωρίες τους προσπαθώντας να διευκρινίσουν βασικές έννοιες και να απαντήσουν σε ερωτήματα γύρω από τη φύση της ύλης, την έδρα της ανθρώπινης ψυχής ή τους μηχανισμούς που διέπουν την ανθρώπινη αναπαραγωγή.
Στη φιλοσοφική σκέψη, αλλά και στην ιατρική πράξη, η συζήτηση και ο στοχασμός θεωρούνταν ως τα κύρια μέσα για την κατάκτηση της αλήθειας, ενώ το στοιχείο της έρευνας και του πειράματος δεν ήταν τόσο διαδεδομένο. Καθώς πλησιάζουμε προς την ακμή της κλασικής ιατρικής, η ισορροπία ανάμεσα στη φιλοσοφική θεώρηση και την επιστημονική πρακτική τείνει να αποκατασταθεί, με κύριο εκφραστή το σπουδαιότερο ιατρό της εποχής, τον Ιπποκράτη. Ωστόσο, η σπουδή της φιλοσοφίας συνέχισε να θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της ιατρικής επιστήμης, μέχρι την Ύστερη Περίοδο της αρχαιότητας, στα χρόνια του Γαληνού κι ακόμη παραπέρα.
Ο Ιπποκράτης
Ο Ιπποκράτης υπήρξε μια σπάνια μορφή για την ελληνική και παγκόσμια ιατρική, τόσο χάρη στη συγκεκριμένη θεωρητική και πρακτική συμβολή του στη θεραπευτική επιστήμη, όσο και για τη φήμη που κέρδισε στην εποχή του ως ιατρός και ως άνθρωπος. Καταγόμενος από το γένος του Ασκληπιού, του θεοποιημένου θεράποντα της ιατρικής τέχνης, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κω, ενώ αργότερα ταξίδεψε στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία, τη Θάσο, τη Θράκη, τη Σκυθία, ίσως ακόμα και στην Αίγυπτο.
Έζησε στην ακμή της Ελλάδας του Χρυσού Αιώνα, στην εποχή που ανέδειξε το Θουκυδίδη, το Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, ενώ λέγεται πως, μεταξύ άλλων, νοσήλευσε το βασιλιά της Μακεδονίας Περδίκα Β’ και το φιλόσοφο Δημόκριτο, που έπασχε από μανία. Πέθανε μάλλον στη Λάρισα σε ηλικία 90 ετών και τάφηκε μεταξύ Γυρτώνος (Τυρνάβου) και Λάρισας, όπου ο τάφος του διατηρήθηκε για τουλάχιστον 500 χρόνια.
Ο Κέλσος αναφέρει πως ο Ιπποκράτης ήταν ο πρώτος που έδωσε ξεχωριστό ρόλο στο γιατρό, διαχωρίζοντάς τον από τους στοχαστές της κοσμολογίας και της φυσικής φιλοσοφίας. Με τον Ιπποκράτη ενισχύονται η ρεαλιστική σκέψη κι ο ανθρωπιστικός χαρακτήρας της ιατρικής επιστήμης, σε αντίθεση με τη συντεχνιακή νοοτροπία αλλά και τους περιορισμούς της εκάστοτε θρησκευτικής ηθικής. Στον Ιπποκράτη αποδίδεται, κατά σύμβαση, μια ολόκληρη σειρά έργων που συγκέντρωσαν κυρίως ο Απολλώνιος και ο Σωρανός, υπό το γενικό όνομα «Ιπποκράτειος Συλλογή». Θεωρείται πως λίγα μόνο από αυτά γράφτηκαν από τον ίδιο, ωστόσο, αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη και ωρίμανση της ελληνικής ιατρικής κατά την κλασική περίοδο. Πρόκειται για 59 συγγράμματα (γραμμένα στην Ιωνική διάλεκτο, παρότι στην Κω ομιλείτο η Δωρική), που πραγματεύονται με πρωτόγνωρη επιστημονική ακρίβεια ζητήματα Ανατομίας, Φυσιολογίας, Προγνωστικής, γενικής Παθολογίας και ειδικής Νοσολογίας, Θεραπευτικής, Χειρουργικής, Οφθαλμολογίας, Οδοντιατρικής, Παιδιατρικής, Ορθοπεδικής, Μαιευτικής και Γυναικολογίας.
Η θεωρία των τεσσάρων Χυμών και ο Ιπποκρατικός Όρκος
Ο Ιπποκράτης διατύπωσε τη θεωρία του βασιζόμενος σε προγενέστερες θεωρίες, όπως αυτή του Εμπεδοκλή για τα τέσσερα στοιχεία (Γη, Αέρας, Φωτιά και Νερό). Θεωρεί πως το σώμα κυριαρχείται από τέσσερα στοιχεία (ή τάσεις), που ονόμασε Χυμούς: Το φλέγμα, το αίμα, την κίτρινη χολή και τη μέλαινα (μαύρη) χολή. Η ισορροπία ανάμεσα σε αυτές τις αντιμαχόμενες δυνάμεις ή τάσεις έχει ως αποτέλεσμα την υγεία. Αντίθετα, η υπερίσχυση ενός από τα 4 στοιχεία έχει ως αποτέλεσμα μια εκτροπή από την κατάσταση υγείας. Έτσι, η ανθρώπινη παθολογία τείνει προς έναν από τους εξής τέσσερις τύπους ιδιοσυγκρασίας: το Φλεγματικό, τον Αιματώδη, το Χολερικό και το Μελαγχολικό.
Η ιπποκρατική θεωρία των Χυμών κυριάρχησε και παρέμεινε θεμελιώδης στην ευρωπαϊκή Ιατρική για σχεδόν δύο χιλιετίες, για να αντικρουστεί τελικά και να απορριφθεί από τη σύγχρονη επιστήμη, ως αβάσιμη και άσχετη με τις αλήθειες της Ανατομίας και της Φυσιολογίας -τη μελέτη των οποίων είναι αλήθεια πως μάλλον αποθάρρυνε. Ωστόσο, μόνο μια μελλοντική διεύρυνση της επιστημονικής σκέψης και η αποβολή κάθε προκατάληψης και στενομυαλιάς, θα αποδείξουν τελικά αν αυτή υπήρξε απλά μια βολική αυθαιρεσία, ή αντίθετα μια βαθυστόχαστη σύλληψη των δομικών στοιχείων της ανθρώπινης φύσης, ιδιαίτερα μια και η Ιπποκρατική θεωρία μοιάζει να ταυτίζεται εντυπωσιακά με τη θεωρητική βάση πολλών άλλων σύγχρονων ή παλιότερων μεθόδων, όπως η Κινεζική Ιατρική και η Ομοιοπαθητική.
Ο Ιπποκρατικός Όρκος, που συνεχίζει να συμβολίζει την είσοδο των νέων γιατρών στο ιατρικό επάγγελμα, είναι πιθανότατα ένα κείμενο που δεν γράφτηκε από τον Ιπποκράτη, αλλά και είναι εν μέρει ξένο στην ίδια τη φιλοσοφία του. Η αναφορά του Όρκου σε απαγόρευση της έκτρωσης και της αυτοκτονίας, αλλά και κάθε χειρουργικής επέμβασης, δε μοιάζει να συμβαδίζει καθόλου με τον κορμό του ιπποκρατικού έργου, που κάνει εκτενή αναφορά στη Χειρουργική και σε μεθόδους έκτρωσης και δεν αντιτίθεται στο δικαίωμα της αυτοκτονίας ή στην ευθανασία, ακολουθώντας το γενικό αίσθημα του κοινού της εποχής γύρω από αυτά τα ζητήματα. Έτσι, ο όρκος μάλλον απηχεί ιδέες των Πυθαγόρειων, ή ίσως πρόκειται για προσαρμογή παλαιότερου κειμένου στην κατοπινή Ηθική που καθιερώθηκε από τη χριστιανική εκκλησία. Εξάλλου, η πρώτη αναφορά αυτού του κειμένου γίνεται στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους.
Τα Ασκληπιεία
Εκατοντάδες Ασκληπιεία υπήρχαν διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα. Επρόκειτο για ιερά του θεού Ασκληπιού, στα οποία συνήθιζαν να προσφεύγουν οι ασθενείς για να γιατρευτούν. Η θρησκευτική πίστη, που αποτελεί έτσι κι αλλιώς ένα ισχυρό κίνητρο και μέσο θεραπείας, υποβοηθήθηκε με αμιγώς ιατρικά αλλά και ψυχολογικά μέσα, όπως υγιεινή διατροφή και δίαιτα, μαλάξεις, θεραπευτικά λουτρά και ερμηνεία των ονείρων. Ο ασθενής, αφού περνούσε μια φάση προετοιμασίας, κοιμόταν στη συνέχεια για μια νύχτα μέσα στο ιερό, όπου υποτίθεται πως ο θεός τον επισκεπτόταν, τον συμβούλευε ή τον θεράπευε μέσα στα όνειρά του. Η διαδικασία αυτή, που άρχισε να καθιερώνεται στα Ασκληπιεία κατά τον 4ο αιώνα, ονομαζόταν Εγκοίμηση (για τους Λατίνους Ιncubatio). Στη συνέχεια ο ασθενής μόνος του ή με τη βοήθεια των ιερέων ερμήνευε τα όνειρα, καταστρώνοντας έτσι την κατεύθυνση της θεραπευτικής διαδικασίας και του περαιτέρω τρόπου ζωής που όφειλε να ακολουθήσει, προκειμένου να παραμείνει υγιής.
Η Ιπποκρατική ιατρική, αν και είχε ήδη αποκλίνει από τις μαγικές και τελετουργικές θεραπείες, προς όφελος της ορθολογικής επιστήμης, δε δυσκολεύτηκε, ωστόσο, να συνδυαστεί με τη συνεχιζόμενη λατρεία του Ασκληπιού, δίνοντας στους ιερούς χώρους των Ασκληπιείων ένα δεύτερο χαρακτήρα, παρόμοιο με αυτόν των σημερινών νοσοκομείων. Τα ιερά, χτισμένα σε τόπους με υγιεινό κλίμα, συνδύαζαν τα καλύτερα στοιχεία και των δύο προσεγγίσεων, δηλαδή της θαυματουργικής ή «ψυχολογικής» θεραπείας μέσω της πίστης και της φυσικής ή σωματικής θεραπείας μέσω ιατρικής νοσηλείας και προσαρμογής του τρόπου ζωής.
Μεγάλα και φημισμένα Ασκληπιεία υπήρξαν εκείνα της Τρίκκης (σημερινά Τρίκαλα), της Κω, της Επιδαύρου, της Τιθορέας, της Τιτάνης στη Σικυωνία (που ιδρύθηκε από τον Αλεξάνορα, γιο του Μαχάονα), αλλά και τα κατοπινά της Ναυπάκτου, της Περγάμου, του Τάραντα και της Ρώμης. Ανάλογα με τις ιδιαίτερες ικανότητες των ιατρών που τα στελέχωναν, πολλά Ασκληπιεία αποκτούσαν ξεχωριστή φήμη για τη θεραπεία συγκεκριμένων κατηγοριών παθήσεων, όπως ορθοπεδικά, αφροδίσια νοσήματα, χειρουργικές ή ψυχιατρικές παθήσεις, αποτελώντας δηλαδή το αντίστοιχο των σημερινών ειδικευμένων νοσοκομείων.
Η θεραπεία γινόταν δωρεάν, ωστόσο, οι θεραπευμένοι συνήθιζαν να δωρίζουν αφιερώματα, συχνά δε πρόσφεραν αναθήματα από ασήμι ή χρυσό με ανάγλυφη παράσταση του θεραπευμένου μέλους τους. Θαυμάσια δείγματα αναθημάτων έχουν βρεθεί σε πολλά ιερά, όπως το περίτεχνο ανάθημα του Αρχίνου, από το Αμφιαράειο του Ωρωπού. Πρόκειται για την ίδια παράδοση που συνεχίζεται αδιάλειπτα ως τις μέρες μας, με τα «τάματα» που αφιερώνουν οι θεραπευμένοι πιστοί σε θαυματουργές εικόνες χριστιανών αγίων.
Γυναίκες και Ιατρική
Ο ρόλος της γυναίκας στην άσκηση της θεραπευτικής υπήρξε πιθανότατα πρωταρχικός. Σε πολλούς πολιτισμούς οι γυναίκες υπήρξαν φορείς της λαϊκής παραδοσιακής ιατρικής γνώσης. Η γυναίκα που έχει η ίδια γεννήσει, γίνεται εύκολα στη συνέχεια μαία για τις άλλες γυναίκες, μαθαίνοντας κατόπιν να απαλύνει κι άλλες μορφές του ανθρώπινου πόνου με βότανα, μαλάξεις και άλλα μέσα.
Καθώς οι κοινωνίες γίνονταν πατριαρχικές, έτειναν να αφαιρέσουν το προνόμιο άσκησης της ιατρικής από τις γυναίκες και ο άνδρας γιατρός κυριάρχησε. Αποκορύφωση αυτής της νοοτροπίας ήταν η δίωξη της γυναίκας-θεραπεύτριας ως μάγισσας στους μεσαιωνικούς χρόνους, καθώς και ο εξοστρακισμός της από την επίσημη σπουδή και άσκηση της ιατρικής επιστήμης κι ο περιορισμός της σε βοηθητικό ρόλο, όπως καθιερώθηκε στην Ευρώπη κατά τους τελευταίους αιώνες.
Στην Αρχαία Ελλάδα, παρότι σαφώς ανδροκρατούμενη, η κοινωνία φαίνεται πως επιδείκνυε ανοχή, όπως υποδηλώνει η ιστορία (ή ο μύθος) της Αγνοδίκης. Η Αγνοδίκη, επιθυμώντας να σπουδάσει ιατρική, αν και αυτό ήταν απαγορευμένο στις γυναίκες, έκοψε τα μαλλιά της, μεταμφιέστηκε σε άντρα και μαθήτευσε κοντά στον Ηρόφιλο. Όταν οι γυναίκες άρχισαν να την προτιμούν από τους άντρες γιατρούς, αυτοί την κάλεσαν σε δίκη, αλλά ενώ της απαγγελλόταν η κατηγορία, οι γυναίκες των ίδιων των κατηγόρων πήραν το λόγο υπερασπίζοντάς την. Τότε οι Αθηναίοι πολίτες τροποποίησαν το νόμο, έτσι ώστε ελεύθερες γυναίκες να μπορούν να σπουδάσουν ιατρική.
Η Ιατρική στους Ελληνιστικούς Χρόνους
Στην Αλεξάνδρεια της εποχής των Πτολεμαίων άκμασαν όλες οι επιστήμες, υπό την προστασία και την οικονομική υποστήριξη των ηγεμόνων. Ερευνητές από όλα τα γνωστικά πεδία συνέρεαν στην πόλη για να μελετήσουν φιλοσοφία, μαθηματικά, ιστορία, ποίηση και ιατρική. Η σπουδή της Ιατρικής στο Μουσείο της Αλεξάνδρειας έγινε παγκόσμια γνωστή. Ο Ηρόφιλος και ο Ερασίστρατος έζησαν τον 3ο αιώνα π.Χ. και συνέβαλαν με τις μελέτες τους στην πρόοδο της επιστημονικής ιατρικής σκέψης και μεθοδολογίας. Ο Ηρόφιλος ανέπτυξε τη θεωρία της διαγνωστικής αξίας του σφυγμού για την κλινική ιατρική, εξελίσσοντας τη διδασκαλία του δασκάλου του Πραξαγόρα και διέκρινε τις διάφορες ποσοτικές αλλά και ποιοτικές παραλλαγές του σφυγμού, που μπορούν να υποδηλώσουν υποκείμενες παθήσεις. Ο Ερασίστρατος έκανε σημαντικές προόδους στην ανατομία. Περιέγραψε με ακρίβεια τον εγκέφαλο, διακρίνοντας τον εγκεφαλικό φλοιό από την παρεγκεφαλίδα, καθόρισε τον εγκέφαλο ως σημείο αφετηρίας όλων των νεύρων, διέκρινε τα αισθητικά από τα κινητικά νεύρα και διαπίστωσε πως αυτά δεν είναι κοίλα, όπως νομιζόταν, αλλά συμπαγή και γεμάτα με ιστό που μοιάζει με εκείνον του νωτιαίου μυελού. Επίσης, μελετώντας την καρδιά, διέκρινε πρώτος τη συστηματική από την πνευμονική κυκλοφορία. Στην πρόοδο της ανατομίας θεωρείται ότι βοήθησαν οι ιδέες του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη για τη μικρή σημασία που έχει το σώμα μετά το θάνατο, αφού αυτό αποτελεί μόνο ένα προσωρινό όχημα για την αθάνατη ψυχή. Επίσης, η μεγάλη πρόοδος της χειρουργικής καταδεικνύεται από τη μεγάλη ποικιλία χειρουργικών εργαλείων της Ελληνιστικής και της Ρωμαϊκής κυρίως εποχής, φτιαγμένων από ατσάλι ή μπρούντζο, που η ακρίβεια στη σχεδίαση και την κατασκευή τους συχνά δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τους σύγχρονους διαδόχους τους.
Μια ενιαία πορεία μέσα στο Χρόνο
Ο σύγχρονος άνθρωπος τείνει συχνά να διαγράφει από τη μνήμη, τη σπουδή και τη διδασκαλία του, τον τεράστιο όγκο γνώσης που κατακτήθηκε μέσα στην πορεία των αιώνων, πάνω στην οποία στηρίζεται, ούτως ή άλλως, κάθε σύγχρονη επιστημονική γνώση ή κατάκτηση. Χωρίς τους αρχαίους στοχαστές, που έθεσαν όλα τα ερωτήματα και αναζήτησαν τις απαντήσεις τους, δίχως τη διάχυση των ιδεών που, μέσα από το χρόνο και την τριβή των διαφορετικών πολιτισμών, γεννάει και ωριμάζει τις νέες ιδέες, δε θα υπήρχε συνέχεια, ούτε πολιτισμός. Η συμφιλίωσή μας με την αέναη ροή του χρόνου και με την περιοδικότητα των επαναλαμβανόμενων κύκλων του, είναι το φίλτρο που επιτρέπει στην ανθρώπινη σκέψη να δημιουργήσει έργα με διάρκεια, που υπερβαίνουν τη φυσική μας φθαρτότητα. Οι κύκλοι της ιστορικής και επιστημονικής πορείας μας ξαναφέρνουν συχνά αντιμέτωπους με τα ίδια ερωτήματα που απασχόλησαν τους Ίωνες φιλοσόφους, ενώ η ίδια η φύση των άλυτων προβλημάτων υγείας που, παρά την ιδεατή ή πραγματική πρόοδο του καιρού μας, εξακολουθούν να μας ταλαιπωρούν, κάνει επιτακτική τη μελέτη του παρελθόντος, ως πηγή σοφίας για το μέλλον. Ο πλούτος της θεωρητικής σκέψης και πρακτικής εφαρμογής που άνθισε στην Ιατρική της αρχαίας Ελλάδας αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της παγκόσμιας παρακαταθήκης, με την οποία θα άξιζε να μπολιάσουμε ξανά την επιστημονική και ηθική μας πορεία μέσα στα μονοπάτια του χρόνου.
Πηγή kosmos-zine.gr