Συντηρητικό τροφίμων, κυρίως σε γαλακτοκομικά προϊόντα και σε προϊόντα επεξεργασμένου κρέατος, φάνηκε σε κλινική μελέτη σε ανθρώπους να βλάπτει το έντερο και να αυξάνει τον κίνδυνο για διαβήτη.
Ηκαραγενάνη (Ε 407), ένα από τα ευρέως χρησιμοποιούμενα προσθετικά τροφίμων έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη χρόνιας φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, ελκών αλλά και με αύξηση του σακχάρου του αίματος σε ζώα. Τώρα ερευνητές του Γερμανικού Κέντρου για την Ερευνα στον Διαβήτη (Deutsches Zentrum fuer Diabetesforschung – DZD) εξέτασαν για πρώτη φορά την επίδραση της καραγενάνης στο ανθρώπινο έντερο αλλά και στον μεταβολισμό του σακχάρου και εντόπισαν αυξημένη διαπερατότητα του λεπτού εντέρου, πιθανότατα εξαιτίας φλεγμονής
Σε πλήθος προϊόντων
Η καραγενάνη είναι ένας φυσικός πολυσακχαρίτης που παράγεται από διάφορα ερυθροφύκη και χρησιμοποιείται ως συντηρητικό τροφίμων (γαλακτωματοποιητής, πυκνωτικό μέσο και σταθεροποιητής) – περιέχεται κυρίως σε γαλακτοκομικά προϊόντα και σε προϊόντα επεξεργασμένου κρέατος. Παγωτά, σοκολάτες γάλακτος, σοκολατούχα γάλατα, μαρμελάδες, ζελέ, τυριά- κρέμα, σάλτσες, μπισκότα, κρέμες, εβαπορέ γάλατα, σαντιγί, γάλατα σόγιας αλλά και διάφορα αλλαντικά είναι πιθανό να περιέχουν Ε 407.
Κλινική μελέτη σε ανθρώπους
Προηγούμενα πειράματα σε ζώα είχαν δείξει την επιβαρυντική επίδραση της καραγενάνης στο έντερο αλλά και στο σάκχαρο του αίματος. Οι γερμανοί ερευνητές με επικεφαλής τους καθηγητές Ρόμπερτ Βάγκνερ και Νόρμπερτ Στεφάν αποφάσισαν να μελετήσουν την επίδραση του προσθετικού των τροφίμων σε κλινική μελέτη σε ανθρώπους.
Μεγαλύτερη διαπερατότητα του εντέρου
Στο πλαίσιο της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «ΒΜC Medicine» υγιείς άνδρες με Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) μικρότερο των 30 kg/m2 (μέσος όρος ΔΜΣ 24,5 kg/m²) έλαβαν είτε καραγενάνη μαζί με τη φυσιολογική διατροφή τους, σε ποσότητα σχεδόν διπλάσια ως τριπλάσια της καθημερινής δόσης που καταναλώνεται στις ΗΠΑ, είτε εικονικό προσθετικό τροφίμων. Και οι δύο ομάδες εθελοντών (τόσο αυτή της καραγενάνης όσο και εκείνη του εικονικού συντηρητικού τροφίμων) παρακολουθήθηκαν για μια περίοδο δύο εβδομάδων. Με βάση τα ευρήματα, κατεγράφη αύξηση στη διαπερατότητα του λεπτού εντέρου, πιθανότατα εξαιτίας φλεγμονής του.
Αύξηση του κινδύνου φλεγμονωδών νόσων
«Η έρευνά μας μαρτυρεί ότι η κατανάλωση καραγενάνης μπορεί να βλάψει τη λειτουργία του εντερικού φραγμού – τα ευρήματά μας στους ανθρώπους είναι αντίστοιχα με εκείνα που είχαν προκύψει στα ζώα» εξήγησε ο καθηγητής Βάγκνερ και προσέθεσε ότι «αυτό μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες και να αυξάνει τον κίνδυνο φλεγμονωδών νόσων».
Μείωση της αποτελεσματικότητας της ινσουλίνης στους υπέρβαρους εθελοντές
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης την ευαισθησία των εθελοντών στην ινσουλίνη, την ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας και μειώνει τα επίπεδα σακχάρου του αίματος. Όπως είδαν, παρότι η δράση της ινσουλίνης δεν άλλαξε σε γενικό πλαίσιο σημαντικά εξαιτίας της καραγενάνης στους συμμετέχοντες στη μελέτη, όσοι εξ αυτών είχαν υψηλότερο ΔΜΣ εμφάνισαν μείωση στην αποτελεσματικότητα της ινσουλίνης, ιδίως στο ήπαρ. Επιπροσθέτως, οι πιο υπέρβαροι εθελοντές παρουσίαζαν αύξηση των δεικτών φλεγμονής στο αίμα καθώς και σημάδια φλεγμονής στον υποθάλαμο – την περιοχή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για τον μεταβολισμό της γλυκόζης και την όρεξη – όταν προσλάμβαναν υψηλότερες ποσότητες καραγενάνης.
Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες
«Οι συμμετέχοντες ήταν κατά μέσο όρο μάλλον πολύ υγιείς για να εμφανίσουν σημαντικές μεταβολικές επιδράσεις εξαιτίας της καραγενάνης» ανέφερε ο καθηγητής Στεφάν. «Ωστόσο στα μεγαλύτερα σε ηλικία ή στα υπέρβαρα άτομα οι επιδράσεις αναμένεται να είναι μεγαλύτερες. Για να επιβεβαιωθεί κάτι τέτοιο απαιτούνται περαιτέρω μελέτες σε αυτές τις ομάδες του πληθυσμού».
Οι πιθανοί κίνδυνοι πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη
Ο καθηγητής Βάγκνερ τόνισε πως «με δεδομένη την ευρεία χρήση της καραγενάνης στις τροφές, οι πιθανοί κίνδυνοι που συνεπάγεται η χρήση της πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη» και κατέληξε συμπληρώνοντας ότι «είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πώς τα προσθετικά των τροφίμων μπορούν να επηρεάσουν την ανθρώπινη υγεία ώστε να κάνουμε σωστές συστάσεις στον πληθυσμό».
Πηγή: vima.gr