Η γυναίκα που κέρδισε δύο Νόμπελ σε διαφορετικά επιστημονικά πεδία.
Η Μαρία Σαλόμεα Σκλοντόφσκα-Κιουρί (Marie Skłodowska-Curie) γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1867 στη Βαρσοβία της Πολωνίας, τότε υπό ρωσική κυριαρχία. Από μικρή ηλικία ξεχώριζε για την ευφυΐα και την αγάπη της για τις επιστήμες, όμως οι γυναίκες στην Πολωνία δεν είχαν δικαίωμα να σπουδάσουν σε πανεπιστήμιο. Έτσι, μετακόμισε στο Παρίσι το 1891, όπου φοίτησε στη Σορβόννη, μελετώντας φυσική και μαθηματικά.
Το 1894 γνώρισε τον Πιερ Κιουρί, έναν διακεκριμένο φυσικό, με τον οποίο παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα. Η συνεργασία τους οδήγησε σε επαναστατικές ανακαλύψεις. Το 1896, ο Ανρί Μπεκερέλ είχε ανακαλύψει τη ραδιενέργεια, και η Μαρία, μελετώντας αυτό το νέο φαινόμενο, κατάφερε να απομονώσει δύο νέα στοιχεία: το πολώνιο (το οποίο ονόμασε έτσι προς τιμήν της πατρίδας της) και το ράδιο.
Το 1903, η Μαρία Κιουρί έγινε η πρώτη γυναίκα που κέρδισε Βραβείο Νόμπελ, μοιραζόμενη το Νόμπελ Φυσικής με τον σύζυγό της και τον Μπεκερέλ. Ωστόσο, το 1906, ο Πιερ σκοτώθηκε σε ένα τραγικό ατύχημα, αφήνοντάς τη μόνη με τις δύο κόρες τους. Παρά τη θλίψη της, η Μαρία ανέλαβε τη θέση του στην έδρα της Σορβόννης, γινόμενη η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στην ιστορία του πανεπιστημίου.
Το 1911 τιμήθηκε για δεύτερη φορά με Νόμπελ Χημείας, για την απομόνωση καθαρού ραδίου. Είναι η μοναδική γυναίκα που έχει κερδίσει δύο Νόμπελ σε διαφορετικά επιστημονικά πεδία.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αντί να μείνει στο εργαστήριο, ανέπτυξε τις “Μικρές Κιουρί”, κινητές μονάδες ακτινογραφίας, σώζοντας χιλιάδες στρατιώτες. Παράλληλα, προώθησε τη χρήση της ραδιενέργειας στην ιατρική, θέτοντας τα θεμέλια για τη σύγχρονη ακτινοθεραπεία.
Δυστυχώς, η μακροχρόνια έκθεσή της στη ραδιενέργεια προκάλεσε σοβαρά προβλήματα υγείας. Πέθανε το 1934 από απλαστική αναιμία, μια ασθένεια που συνδέεται με την έκθεση στη ραδιενέργεια.
Η Μαρία Κιουρί άνοιξε τον δρόμο για τις γυναίκες στις επιστήμες και άφησε μια ανεκτίμητη κληρονομιά. Η συμβολή της στη φυσική και τη χημεία συνεχίζει να επηρεάζει την ιατρική και την τεχνολογία μέχρι σήμερα.