Τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) επιβεβαιώνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι η παχυσαρκία εξελίσσεται σε μία από τις σοβαρότερες απειλές για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Δεν πρόκειται για ένα ζήτημα αισθητικής ή ατομικών επιλογών, αλλά για ένα χρόνιο και πολυπαραγοντικό νόσημα, που επηρεάζει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους κάθε ηλικίας.
Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα, 1 στους 8 ανθρώπους παγκοσμίως ζει σήμερα με παχυσαρκία. Το 2022 περισσότεροι από 890 εκατομμύρια ενήλικες κατατάσσονταν στην κατηγορία της παχυσαρκίας, ενώ συνολικά 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι ήταν υπέρβαροι. Τα ποσοστά αυτά δεν αφήνουν περιθώριο εφησυχασμού, καθώς καταγράφουν έναν υπερδιπλασιασμό στους ενήλικες και τετραπλασιασμό στα παιδιά και τους εφήβους σε σύγκριση με τις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τις ανεπτυγμένες χώρες. Αντίθετα, η ταχύτερη αύξηση της παχυσαρκίας καταγράφεται σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου οι ανισότητες στην πρόσβαση σε ποιοτική διατροφή, πρόληψη και υπηρεσίες υγείας είναι εντονότερες. Η παχυσαρκία συνδέεται πλέον άρρηκτα με κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες, καθιστώντας την ένα βαθιά πολιτικό και κοινωνικό ζήτημα.
Οι επιπτώσεις στην υγεία είναι πολυεπίπεδες. Η παχυσαρκία αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακών νοσημάτων, υπέρτασης, ορθοπεδικών προβλημάτων και ορισμένων μορφών καρκίνου. Παράλληλα, συχνά συνοδεύεται από ψυχικές επιβαρύνσεις, όπως άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση και κοινωνικό στιγματισμό — ιδιαίτερα στα παιδιά και τους εφήβους.
Τα πιο ανησυχητικά, όμως, αφορούν το μέλλον. Μελέτες που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό The Lancet εκτιμούν ότι αν δεν υπάρξει άμεση και συντονισμένη παρέμβαση, μέχρι το 2050 πάνω από το 60% των ενηλίκων παγκοσμίως και περίπου το ένα τρίτο των παιδιών και εφήβων θα είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Μια τέτοια εξέλιξη θα ασκήσει τεράστια πίεση στα συστήματα υγείας, στις οικονομίες των χωρών και στην ποιότητα ζωής των πολιτών.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας απαιτεί συλλογική δράση. Δεν αρκεί να εστιάζουμε στην ατομική ευθύνη. Χρειάζονται πολιτικές που να προωθούν υγιεινά τρόφιμα, να περιορίζουν την υπερκατανάλωση υπερ-επεξεργασμένων προϊόντων, να ενισχύουν τη φυσική δραστηριότητα και να επενδύουν στην πρόληψη ήδη από την παιδική ηλικία.
Για χώρες όπως η Ελλάδα, όπου τα ποσοστά παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας παραμένουν υψηλά, τα στοιχεία αυτά λειτουργούν ως καμπανάκι. Η ενημέρωση, η πρόληψη και η έγκαιρη παρέμβαση δεν είναι πολυτέλεια, αλλά επένδυση στη δημόσια υγεία και στο μέλλον.
Η παχυσαρκία δεν είναι αόρατη ούτε αναπόφευκτη. Είναι ένα πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπιστεί — αρκεί να το αναγνωρίσουμε ως αυτό που πραγματικά είναι: μια παγκόσμια πρόκληση που απαιτεί γνώση, πολιτική βούληση και συλλογική ευθύνη.


