Γράφει η Νανά Παλαιτσάκη
Γράφω ως μητέρα που το παιδί μου έχει φύγει από το σπίτι πολλά χρόνια τώρα. Αρχικά για να σπουδάσει σε μια επαρχιακή πόλη, όπου πέρασε υπέροχα, μετά πήγε Γερμανία για να σπουδάσει στο Μόναχο, στην συνέχεια εργάστηκε για 16 χρόνια εκεί και τα τελευταία 2 βρίσκεται και εργάζεται στην Αγγλία κοντά στα σύνορα με την Σκωτία.
Συνηθίζεται η απουσία του παιδιού από το σπίτι; Όχι.
Η αλήθεια είναι ότι μεγάλωσα τον γιό μου εκπαιδεύοντάς τον να διεκδικήσει το όνειρό του και εκπαιδεύοντας ταυτόχρονα τον εαυτό μου, ότι, ένας από τους στόχους του γονιού είναι να μάθει το παιδί του να επιβιώνει.
Όταν έφυγε για πρώτη φορά από το σπίτι για σπουδές, διαχειρίστηκα όλο τον κυκλώνα των συναισθημάτων που προκύπτουν από την αλλαγή ζωής. Επειδή τον Αλέξη τον γέννησα αρκετά μικρή, σε καμία περίπτωση δεν ένιωσα ότι έμπαινα σε περίοδο απόσυρσης. Ανέκαθεν ήμουν δραστήρια και συνεχίζω να είμαι.
Όμως, με το που συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσα να του φιλάω το κεφάλι όταν κοιμόταν, καθώς από την πρώιμη εφηβεία και μετά αντιδρούσε σε φιλιά και χάδια, λέγοντας « πότε θα καταλάβεις ότι δεν είμαι παιδάκι», μια δυστυχία την ένιωθα. Στα κύματα δυστυχίας, ήρθαν να προστεθούν τα κύματα αγωνίας. Όλα δυνητικά θα μπορούσαν να σημαίνουν κίνδυνο. Οι παρέες, οι συνήθειες, η οδήγηση, το ξενύχτι, οι αρρώστιες, οι ουσίες και τα καιρικά φαινόμενα. Αν του μιλούσα ;Πολύ μετρημένα για να μην αποκλειστώ από παντού.
Η μεγάλη μου χαρά ήταν όταν ετοιμαζόμουν να πάω να τον δω. Μια φορά θυμάμαι, σ’ ένα ταξίδι μου, όπου είχαμε περάσει τέλεια, φεύγοντας, σκέφτηκα ν’ άφηνα στο φοιτητικό πολύ χαριτωμένο σπιτάκι που είχαμε φτιάξει, μερικά καλλυντικά, κάποιες φόρμες, τα δεύτερα αθλητικά μου παπούτσια και τις παντόφλες μου. Όταν μπήκα στο αυτοκίνητο για να πάρω τον δρόμο της επιστροφής, με φώναξε λέγοντας « μια στιγμή, κάτι ξέχασες».
Μου παρέδωσε λοιπόν, τα καλλυντικά που είχα αφήσει και τα ρούχα μου. «Γιατί μου τα δίνεις; Δεν υπάρχει λόγος να τα πάρω, θα τ’ αφήσω για να μην τα κουβαλήσω την επόμενη φορά». Τότε μου πρότεινε να τον ακολουθήσω στην πόρτα του σπιτιού. «Τι γράφει μανούλα εδώ;» Με ρώτησε δείχνοντάς μου το κουδούνι. «Το όνομά σου» του είπα. «Πολύ σωστά. Δεν γράφει και το δικό σου. Άρα είναι το σπιτάκι μου και όταν είναι να έρθεις, αφού το συζητήσουμε πριν, θα σε περιμένω με ανοιχτές αγκάλες και με όλα τα πραγματάκια σου» …
Μπήκα στο αυτοκίνητο και μέχρι να φτάσω στο λιμάνι, τα μάτια μου τρέχανε νερό. Είχα φαρμακωθεί. Όμως, τις επόμενες μέρες, όσο το σκεφτόμουν ψύχραιμα, συνειδητοποίησα ότι είχε δίκιο. Μου είχε δώσει ένα μάθημα του τι σημαίνουν όρια. Ο γιός μου είχε μεγαλώσει. Αυτό σήμαινε ότι όπως είχε πάρει την απόφαση να σπουδάζει και να δουλεύει, όπως μαγείρευε από την πρώτη στιγμή που πήγε, όπως σιδέρωνε τα ρούχα του και καθάριζε το σπίτι του, όπως επέλεξε που θα βάλει τον καναπέ, τις μαξιλάρες και τα βιβλία του, επέλεξε και να βάλει όρια, έτσι ώστε να περιφρουρήσει τον ζωτικό του χώρο.
Στα επόμενα χρόνια της απουσίας του, πέρασα από μεγάλες διακυμάνσεις. Καταρχάς κάθε αποχαιρετισμός για να γυρίσει στην «βάση του» ήταν τραυματικός και κρατούσε για ένα 24 ωρο. Μετά η ρουτίνα και η λογική τα διόρθωνε όλα. Θυμάμαι ότι κάποτε εμφανίστηκε σπίτι μου, με την μηχανή που είχε αγοράσει με δικά του χρήματα. Το σοκ ήταν ατελείωτο. Αλλά, γι’ αυτό θα σας γράψω μια επόμενη φορά.
Θυμάμαι όταν έφυγε για σπουδές στην Γερμανία και έμενε σ’ εστία και αργότερα με άλλα 4 παιδιά, διαφορετικών εθνικοτήτων σ’ ένα μεγάλο σπίτι. Μεγάλες εμπειρίες και για εκείνον και για μένα που μας χάρισαν καταπληκτικές αναμνήσεις και σχέσεις ζωής με ανθρώπους. Να σας πω πιο είναι το τεράστιο κέρδος που τελικά προσφέρει μια μεγάλη ανακούφιση και που με κάνει να μην ζορίζομαι στους αποχαιρετισμούς μας, όπως παλιότερα; Το επίτευγμα ότι το παιδί κατόρθωσε να διαχειριστεί την ζωή, χωρίς την δική μου παρουσία και βοήθεια. Αυτό είναι πολύ ανακουφιστικό, γιατί κατάλαβα από νωρίς, ότι είχε ετοιμαστεί να επιβιώσει χωρίς εμένα. Αυτό ήταν επίτευγμα και των δυο μας.
Όταν λοιπόν θα σας γεμίζουν κύματα θλίψης γιατί το παιδί ή τα παιδιά φεύγουν από το σπίτι, να θυμάστε ότι τους φέραμε στον κόσμο για να μάθουν να ζουν μόνοι τους και να είναι υπεύθυνοι για τις επιλογές τους. Για να είναι ευτυχισμένο το παιδί, πρέπει πρώτα να μάθουμε εμείς να μην παίζουμε τον λόγο της πατερίτσας. Μπορεί να σιδερώσουν όπως και να μαγειρέψουν. Όπως μπορούν να πλυθούν μόνα τους ή να πλύνουν τα δόντια τους. Και στο φινάλε, για ν’ αναλάβουν τις ευθύνες της δικής τους ζωής, από κάπου πρέπει ν’ αρχίσουν.
Ας αρχίσουν λοιπόν με κατευόδιο από μας και ας εκπαιδευτούμε όλοι, ότι εμείς ως γονείς, έχουμε δικαίωμα να κρατάμε τα παιδικά τους παπουτσάκια και τα λούτρινα ζωάκια τους, αλλά και εκείνα έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να επιλέξουν την ζωή που θέλουν να ζήσουν, πληρώνοντας το κόστος των επιλογών τους ενώ ταυτόχρονα θ’ απολαμβάνουν την ελευθερία τους.