Στη δεκαετία του 1980, η ιαπωνική κυβέρνηση ως μια προσπάθεια να στηρίξει τους εργαζόμενους που στρεσαριζόντουσαν πολύ από την ζωή στις πόλις επένδυσε σε μια εκστρατεία με το όνομα «shinrinyoku » ή την περιήγηση στο δάσος.
Ο Qing Li, γιατρός και κλινικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Nippon στο Τόκιο υποστηρίζει ότι η παραμονή του ανθρώπου σε φυσικό περιβάλλον, όπως τα δάση, μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση, να ενισχύσει το νευρικό σύστημα, να αμβλύνει την έκρηξη ορμονών του στρες, να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, να μειώσει το άγχος, να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης, στην διαχείριση του θυμού και της κόπωσης.
Σύμφωνα με τον αείμνηστο φυσιοδίφη, Edward Wilson, αυτά τα οφέλη για την υγεία είναι προϊόν «βιοφιλίας» – μιας έμφυτης αγάπης για τη φύση που στηρίζει την σχεδόν καθολική τάση μας να αλληλεπιδρούμε με φυτά, ζώα και άλλους ανθρώπους.
Κάνοντάς μας να νιώθουμε πιο ήρεμοι το να περνάμε χρόνο στη φύση έχει τη δυνατότητα να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε τα αυτοκαταστροφικά μοτίβα σκέψης που μπορούν να αυξήσουν ακούσια τη μοναξιά – μια υποκειμενική εμπειρία, όχι μια αντικειμενική κατάσταση. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι ο χρόνος στη φύση μειώνει τη νευρική δραστηριότητα στον υπογεννητικό προμετωπιαίο φλοιό, μια περιοχή του εγκεφάλου που συνδέεται με αρνητικά μοτίβα σκέψης και σχετίζεται με τη μοναξιά.
Τώρα, σε ένα πρώτο στο είδος του παγκόσμιο πείραμα κοινωνικής συνταγογράφησης βασισμένο στη φύση – που εκτείνεται από τον Ισημερινό έως την Αυστραλία – τα πρώτα ευρήματα δείχνουν ότι ο χρόνος που περνάμε με άλλους στη φύση θα μπορούσε να αλλάξει εντελώς τις συζητήσεις και την ανασφάλεια που μας προκαλούν τα θέματα υγείας αλλά και τα συναισθήματα μοναξιάς.
Το 2019, λίγο πριν η πανδημία του Covid-19 που μετέτρεψε τη μοναξιά σ’ ένα παγκόσμιο πρόβλημα δημόσιας υγείας, ο Litt παρατήρησε ότι όταν οι άνθρωποι ασχολούνται με την γη και μοιράζονται εμπειρίες η ψυχική και η σωματική υγεία τους βελτιώνεται. Ο ίδιος ερευνητής συνέχισε την έρευνα του παρακολουθώντας τις ομαδικές δραστηριότητες ανθρώπων που μοιράζονται χρόνο στην φύση, όπως το να παρατηρούν τις συνήθειες των πουλιών, να κάνουν πεζοπορία σε μονοπάτια και γενικότερα να επενδύουν χρόνο σε φυσικές δραστηριότητες, συνεργάστηκε με άλλους ερευνητές όπως την Laura Coll-Planas γιατρό και ερευνήτρια δημόσιας υγείας στο University of Vic – Central University στη Βαρκελώνη, αλλά και άλλους ερευνητές από την Πράγα, το Ελσίνκι, το Εκουαδόρ και την Βαρκελώνη και για πέντε χρόνια ανέπτυξαν την έρευνα σε 6 χώρες.
Αυτή την στιγμή βρίσκονται στον 4ο χρόνο της έρευνας και ήδη έχει υποστηριχθεί από τοπικά συστήματα υγείας καθώς η «κοινωνική συνανταγοράφηση» με βάση τη φύση ως μέσο και τρόπο ζωής για την αντιμετώπιση της μοναξιάς και της θλίψης, μπορεί να ενισχύσει την υγεία των ανθρώπων έτσι ώστε ν’ αποσυμφορηθεί η πίεση που δέχονται τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.
Εάν οι ενδείξεις της έρευνας ολοκληρωθούν και αρχίζουν να υιοθετούνται τότε το μοντέλο φροντίδας υγείας μπορεί ν’ αλλάξει και να γίνει περισσότερο ανθρωποκεντρικό, μειώνοντας τις φαρμακευτικές παρεμβάσεις, καθώς θα χρησιμοποιεί την δύναμη της ομάδας – κοινότητας ως μέρος του τρόπου διαχείρισης της υγείας των ανθρώπων.
Οι μελέτες διαπιστώνουν ότι όταν οι άνθρωποι συνεργάζονται και συμμετέχουν, από μαθήματα μαγειρικής έως εργαστήρια τέχνης, μπορούν να μειώσουν τα αισθήματα μοναξιάς, ενώ οι ερευνητές έχουν από καιρό τεκμηριώσει τα πολλά οφέλη για την υγεία από το να περνάς χρόνο στη φύση . Σε μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, οι ερευνητές βρήκαν ότι η ζωή κοντά στην φύση όχι μόνο βελτίωσαν σημαντικά την ευτυχία, μείωσαν το άγχος και αύξησαν την ικανοποίηση από τη ζωή των συμμετεχόντων, αλλά και μείωσαν το κόστος υγειονομικής περίθαλψης.
Μια μελέτη απέδειξε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν με περισσότερο πράσινο κοντά στο σπίτι τους ανέφεραν λιγότερα περιστατικά μοναξιάς . Αντίθετα, οι άνθρωποι που ζουν σε «μοναχικά» περιβάλλοντα – που χαρακτηρίζονται από παράγοντες όπως η εξάρτηση από το αυτοκίνητο, δεν βλέπουν πράσινο, διακρίνονται από αντικοινωνική συμπεριφορά.
Η Coll Planas, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι άνθρωποι που μένουν στην φύση για ένα διάστημα, χαλαρώνουν ενώ όταν γυρίζουν στο αστικό περιβάλλον που ζούσαν, επιστρέφουν στην ίδια αρνητική κατάσταση που βρισκόντουσαν όταν έφυγαν.
Ωστόσο, συμφωνούν οι ερευνητές, ότι η τάση της φύσης να μας υπενθυμίζει το παρελθόν μας μπορεί επίσης να είναι πολύ θετική . «Έχουμε δει ανθρώπους να μιλούν πολύ για τη φύση με έναν τρόπο που θυμίζει – τους θυμίζει την παιδική τους ηλικία ή τον χρόνο με τη γιαγιά τους ή άλλες θετικές αναμνήσεις», λέει ο Litt.
Προς το παρόν, αυτό που υποψιαζόμαστε, μοιάζει να τεκμηριώνεται και από τις έρευνες. Η ζωή στις τσιμεντουπόλεις βλάπτει σοβαρά την υγεία, τόσο την ψυχική όσο και την σωματική.
Πηγή: bbc.com